Έτσι για αρχή . . .

Αυτό το blog φτιάχτηκε γιατί . . . έτσι.
Ίσως επειδή το σκεφτόμουν καιρό,

ίσως επειδή όλοι θέλουμε κάπου να γράφουμε για ότι μας φτιάχνει αλλά και για ότι μας χαλάει,
ίσως επειδή τελικά με έπεισε ένας φίλος . . .


Δευτέρα 16 Φεβρουαρίου 2009

Μια δύσκολη μέρα . . .

Δεν είμαι ρατσίστρια ή τουλάχιστον έτσι νομίζω.
Το λέω κάθε μέρα στον εαυτό μου μπροστά στον καθρέφτη μπας και το πιστέψω, όμως κάθε μέρα που περνάει νομίζω ότι η κατάσταση μου γίνεται χειρότερη.

Ειδικά σήμερα όμως με έχει πιάσει ένας οίστρος.

Ξυπνάω το πρωί, ετοιμάζομαι, κατεβαίνω από το σπίτι και πηγαίνω να πάρω το αμάξι περνώντας ως συνήθως μπροστά από το τυροπιτάδικο της γωνίας το οποίο το έχει μία Βορειοηπειρώτισα (Αλβανή είναι αλλά έλα που ξαφνικά έγιναν όλοι Βορειοηπειρώτες). Οδηγώ το συνηθισμένο δρομολόγιο, στο τελευταίο φανάρι πριν το γραφείο, τα τζάμια του αυτοκινήτου μου δέχονται τη προσεκτική περιποίηση από τον ''φίλο μου'' πλέον, Πακιστανό, του οποίου η έδρα της επιχείρησης του είναι σ'αυτό το φανάρι εδώ και χρόνια και αφού απαντώ στις γεμάτες ενδιαφέρον ερωτήσεις του για την υγεία μου και την επαγγελματική μου πορεία για αυτή την εβδομάδα, φτάνω γραφείο. Λαμβάνω μερικά τηλεφωνήματα απελπισμένων Ελλήνων πελατών που παρακαλούν για παρατάσεις και αντικαταστάσεις επιταγών λόγω έλλειψης ρευστού στην αγορά καθώς και σ'ένα τηλεφώνημα Αλβανού πελάτη που θέλει να μάθει πότε ακριβώς φτάνει η παραγγελία του για να φέρει τα μετρητά !!! Για κακή μου τύχη η παραγγελία του θα καθυστερήσει και για ακόμα πιο κακή μου τύχη του το λέω. Αντί άλλου εισπράττω το κλείσιμο του τηλεφώνου στα μούτρα. Λίγη ώρα πριν φύγω από το γραφείο και ενώ έχω ένα έντονο προαίσθημα ότι η μέρα δεν θα τελειώσει έτσι απλά, σκάει μύτη έξω από το γραφείο μια τεράστια mercedes από την οποία εν συνεχεία σκάει μύτη ο αδερφός του Αλβανού πελάτη που φέρνει κάποια δείγματα για νέα παραγγελία.
Φεύγω από τη δουλειά ελπίζοντας σε ένα καλύτερο αύριο και καθώς οδηγώ χτυπάει το κινητό και παίρνω σήμα ότι πρέπει να πάω Κολωνάκι για οικογενειακή αγγαρεία. Απελπισμένη καθώς εγώ μένω εκτός δακτυλίου και σήμερα δεν κυκλοφορώ, αποφασίζω ν'αφήσω το αμάξι σπίτι και να πάρω λεωφορείο.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ : Η τελευταία φορά που μπήκα σε λεωφορείο πρέπει να ήταν πριν 10 χρόνια περίπου.

Αλήθεια πόσο μικρά μπορούν να είναι τα λεωφορεία όταν θέλουν. Το συγκεκριμένο που παίρνω έχει δεν έχει 20 θέσεις. Ευτυχώς είναι σχεδόν άδειο. Για την ακρίβεια μέσα είναι μια Ελληνίδα (μιλούσε στο κινητό και το κατάλαβα) και τρεις αγνώστου ταυτότητος μελαμψοί κύριοι. Μετά από δύο στάσεις μπαίνουν μέσα δύο κυρίες του Ανατολικού μπλοκ (εύκολο να τις καταλάβεις όταν μιλάνε) στη τρίτη στάση μπαίνουν ακόμα δύο μελαμψοί, στη τέταρτη στάση μπαίνει ένας μαύρος, από τη πέμπτη στάση και μετά, χάνω τη μπάλα. Μιλιούνια ανθρώπινων φυλών και λαών διαφόρων χρωμάτων και εθνικοτήτων προσπαθούν να χωρέσουν ο ένας πάνω στον άλλο και όλοι μαζί πάνω μου. Μια κυρία απελπισμένη με χτυπάει στη πλάτη και μου λέει με σπαστά Ελληνικά ''Παρακαλώ κυρία ανοίγκει λίγκο παράτυρο'' ? Η αλήθεια είναι ότι μυρίζει . . . Επιτέλους φτάνω και κατεβαίνω. Για την ακρίβεια πηδάω πάνω από δεκάδες κορμιά που παλεύουν για το ποιος θα πιάσει τη θέση που μόλις άδειασε. Από Κολωνάκι γυρίζω με ταξί. Πέφτω σε Έλληνα ταξιτζή ο οποίος υπερασπίζεται μέχρι θανάτου τους οικονομικούς μετανάστες. Ας μη ξεχνάμε λέει τι κάναμε εμείς όταν πήγαμε στη Γερμανία . . . Εσείς μπορεί κύριε, εγώ πάλι όχι γιατί ούτε στη Γερμανία έχω πάει ποτέ μου ούτε οπουδήποτε αλλού ως μετανάστρια. Και στο κάτω κάτω μου λέει τι πειράζει που κάποιες περιοχές έχουν γίνει πλέον γκέτο των αλλοδαπών και φοβάσαι να κυκλοφορήσεις τη νύχτα ? Να μην κυκλοφορείς κοριτσάκι μου εκεί, να πηγαίνεις αλλού τη βόλτα σου.

Φτάνω σπίτι.
Επιτέλους σκέφτομαι, είμαι μόνη και έχω τουλάχιστον την ευχέρεια της επιλογής της γλώσσας που θέλω να ακούσω. Χτυπάει το τηλέφωνο. Ακούω Ελληνικά. Είναι η διπλανή μου που με ενημερώνει ότι σήμερα το μεσημέρι δύο αλλοδαποί προσπάθησαν να ανοίξουν το διαμέρισμα στον δεύτερο . . . Κλείνω το τηλέφωνο και ετοιμάζομαι να κάνω βουτιά στη μπανιέρα. Ξαναχτυπάει το τηλέφωνο. Αυτή τη φορά ακούω σπαστά Ελληνικά. Είναι η αλλοδαπή κυρία που μου καθαρίζει το σπίτι (διότι όσο και να θες, αμά βρεις Ελληνίδα σφύρα μου). Με ενημερώνει ότι θα σταματήσει να δουλεύει Σαββατοκύριακα γιατί η γυναίκα που της κρατούσε τα παιδιά γυρίζει στη πατρίδα της. Αν θέλω λέει να έρχεται καμμιά καθημερινή αρκεί να της αφήνω το κλειδί να μπαίνει μέσα. Αν βέβαια δεν της έχω εμπιστοσύνη να είναι μόνη της στο σπίτι, πρέπει απλά να ψάξω για κάποια άλλη.

Νομίζω ότι μετά απ' όλα αυτά είμαι κάπως. Αρχίζω να έχω παραισθήσεις. Νιώθω ξένη και παρείσακτη. Ξένη στον ίδιο μου τον τόπο. Πιο τόπο δηλαδή και πια πατρίδα ?

Έλεος.

Θέλω την Ελλάδα μου πίσω και τη θέλω τώρα.

2 σχόλια:

  1. Το ερώτημα είναι ποια είναι η Ελλάδα που θέλεις πίσω... Είναι αυτή που νομίζεις ή μήπως "η Ελλάδα μας" είναι μια αυταπάτη; Η Ελλάδα μας χωρίς τους μετανάστες είναι αυτό που θέλουμε; Γιατί, αν είναι, να τους διώξουμε όλους, να μείνουμε μόνοι μας στον Παράδεισο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Όχι φίλε Σταύρο, η Ελλάδα μας χωρίς τους μετανάστες δεν είναι αυτό που θέλουμε, ούτε θα είναι Παράδεισος. Όμως έχει τόσα προβλήματα από μόνη της, γιατί μ'αυτούς να προσθέτουμε κι άλλα ?
    Νοσταλγώ τις μέρες που περπατούσα στους δρόμους και άκουγα να μιλάνε Ελληνικά...

    ΑπάντησηΔιαγραφή